Αγαπητό ημερολόγιο,
μιας και η ζωή μου εξακολουθεί να κυλάει σε slow motion και να έχει τόσο ενδιαφέρον όσο το να παρακολουθείς ένα σαλιγκάρι να «τρέχει» στον Μαραθώνιο, λέω σήμερα να ασχοληθώ με το μοναδικό σχετικά ενδιαφέρον θέμα των ημερών, που είναι οι επικείμενες δημοτικές εκλογές. Μην κάνεις αυτόν τον μορφασμό, το ξέρω ότι βαριέσαι, αλλά εδώ μέσα ΕΓΩ κάνω κουμάντο και ό,τι γουστάρω θα γράφω, ‘ντάξει;
(πωπώωωω, άσχημο πράγμα η εξουσία, σε αποκτηνώνει. Ακόμα και η παραμικρή εξουσία. Ελπίζω να μη γίνω ποτέ πολιτικός.)
Η αλήθεια είναι ότι οι εκλογές πάντα μου άρεσαν. Όταν ήμουν μικρός, για μένα οι εκλογές ήταν σαν την Eurovision: Διάφοροι παράξενοι (και ως επί το πλείστον άσχημοι) τύποι ζητούσαν την ψήφο του κόσμου, και το βράδυ της Κυριακής οι τηλεοράσεις γέμιζαν από πολύχρωμα σχεδιαγράμματα, ποσοστά, ονόματα, χάρτες και άλλα τέτοια φανταχτερά, που μου θύμιζαν την διαδικασία της ψηφοφορίας στην Eurovision, αλλά στο πιο σοβαρό της.
Όταν ψήφισα για πρώτη φορά στα 18 μου, ήμουν πολύ ενθουσιασμένος. Φυσικά. ψήφισα αυτό που παραδοσιακά ψηφίζουν και οι γονείς μου (χωρίς καμία απολύτως πίεση, μάλλον λόγω κληρονομικότητας) και ένιωθα ότι είχα κάνει το καθήκον μου ως πολίτης. Γιατί νόμιζα ακόμα ότι η ψήφος είναι «καθήκον», όπως μας είχαν μάθει στο σχολείο, και όχι δικαίωμα.
Στην πορεία, απογοητεύτηκα. Γιατί είδα ότι η ψήφος μου είναι πολύ αδύναμη και δεν μπορεί να αλλάξει τίποτα, όταν συμψηφίζεται, π.χ., με τις ψήφους δέκα κρετίνων παικτών ενός τηλεοπτικού ριάλιτι, ή με τις ψήφους πεντακοσίων 18χρονων που ψηφίζουν «για πλάκα» όποιον ή όποια είχε πιο όμορφη φωτογραφία στο Facebook, ή με τις ψήφους χιλίων στρατευμένων κομματόσκυλων που ψηφίζουν εκπροσώπους της αγέλης τους. Και σαν να μην έφτανε αυτό, ακόμα και να είχε η ψήφος μου ισχύ, και πάλι κανένας δεν την αξίζει. Κανένα από τα ήδη υπάρχοντα κόμματα δεν έχει καταφέρει να κερδίσει την υποστήριξή μου, ενώ τα περισσότερα έχουν εξασφαλίσει την απεριόριστη αποδοκιμασία μου. Και σαν να μην έφτανε αυτό, δεν μπορώ καν να δείξω αυτήν την αποδοκιμασία ρίχνοντας λευκό ψηφοδέλτιο, γιατί και τα λευκά ακόμα κάποιος τα καρπώνεται, αλλοιώνοντας ουσιαστικά το νόημα της λευκής ψήφου.
Απ’ό,τι κατάλαβα, δεν είμαι μόνο εγώ απογοητευμένος. Οι γονείς μου, που είναι παραδοσιακά υποστηρικτές ενός συγκεκριμένου κόμματος, φαίνονται πιο απελπισμένοι και αδιάφοροι από ποτέ για την πολιτική. Σκέφτονται σοβαρά να μην ψηφίσουν καθόλου, κάτι που δε θυμάμαι να έχει συμβεί ποτέ όσο ζω. Και είναι ενδεικτικό της εθνικής μας ψυχολογίας αυτές τις μέρες.
Ξέρεις κάτι; Οι εκλογές είναι «δημοτικές και περιφερειακές», και όχι εθνικές. Δεν ψηφίζουμε κυβέρνηση, αλλά δημάρχους και περιφερειάρχες. Θα’πρεπε, λοιπόν, ο κόσμος να ψηφίζει αντικειμενικά αυτόν που πιστεύει ότι μπορεί να κάνει καλύτερα τη δουλειά αυτή. Ωστόσο, τα κόμματα φυσικά δεν τα συμφέρει κάτι τέτοιο, και γι’αυτό προσπαθούν να μας πείσουν ότι οι εκλογές είναι, ουσιαστικά, εθνικές, και ότι η ψήφος σε έναν υποψήφιο δήμαρχο ισοδυναμεί και με στήριξη στην πολιτική του κόμματος από το οποίο προέρχεται. Έτσι, κανένας δε μιλάει για δημόσια έργα και δημοτικά θέματα, και στην ατζέντα των εκλογών κυριαρχεί το «μνημόνιο», που από τους μεν παρουσιάζεται ως Darth Vader που θέλει να μας καταστρέψει, και από τους άλλους ως σανίδα σωτηρίας σε ένα υπερωκεάνειο που βουλιάζει (και δεν είναι εξοπλισμένο με σωσίβιες λέμβους). Το αποκορύφωμα όλων ήταν η διακαναλική συνέντευξη του Πρωθυπουργού, στην οποία επιχείρησε να εκβιάσει την ψήφο των πολιτών, «απειλώντας» ότι θα καταστραφεί η χώρα αν ο Κικίλιας εκλεγεί Περιφερειάρχης (λέμε τώρα). Μια πραγματικά αλήτικη επίθεση στο υποσυνείδητο των πολιτών, που διαστρέφει τα δεδομένα και χειραγωγεί την κοινή γνώμη.
Τέλος πάντων, για να μη σε κουράζω παραπάνω, αυτό που θέλω να πω είναι ότι, για όλους τους λόγους που προανέφερα, δε θα ψηφίσω σε αυτές τις εκλογές. Άσε που με καλύπτει και το κώλυμα της χιλιομετρικής απόστασης, γιατί δεν ψηφίζω στην Αθήνα, αλλά στο χωριό μου, οπότε είμαι και δικαιολογημένος. Και ενώ ξέρω ότι για κάθε νοήμονα άνθρωπο που απέχει από την εκλογική διαδικασία ένας κάφρος πολιτικός τρίβει τα χέρια του, νιώθω ότι δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Άσε τους βλάκες να (ξανα)ψηφίσουν, να (ξανα)βγάλουν άχρηστους άρχοντες, να (ξανα)μετανιώσουν για την ψήφο τους, να (ξανα)γκρινιάξουν ότι δεν αλλάζει τίποτα σε αυτή τη χώρα, και όταν τους (ξανα)δοθεί η ευκαιρία, να (ξανα)ψηφίσουν τους ίδιους άχρηστους, και πάει λέγοντας. Τουλάχιστον θα μπορώ να κοιμάμαι ήσυχος το βράδυ, ξέροντας ότι δεν έβγαλα μόνος μου τα μάτια μου, αλλά τουλάχιστον άφησα τους άλλους να τα βγάλουν για μένα. Και όχι, δεν είμαι ιδιαίτερα περήφανος για τη στάση μου, αλλά τουλάχιστον δεν ντρέπομαι. Και έχω να το λέω: Όσες φορές κι αν ψήφισα μέχρι σήμερα, ΠΟΤΕ δεν έβγαλα κυβέρνηση, ούτε βουλευτή, ούτε δήμαρχο, ούτε νομάρχη. Ποτέ.
Σε αυτές τις εκλογές δεν ψηφίζω δήμαρχο. Δεν ψηφίζω Περιφερειάρχη. Δεν ψηφίζω Μνημόνιο. Δεν ψηφίζω Αντι-Μνημόνιο. Ψηφίζω «Να-Πάτε-Να-Γαμηθείτε-Όλοι-Σας-Και-Να-Μας-Αφήσετε-Ήσυχους». Και είμαι σίγουρος ότι αν κατέβαινε ένας τέτοιος συνδυασμός στις εκλογές, θα έπαιρνε πολλές ψήφους.
Βέβαια, αγαπητό μου ημερολόγιο, εσένα ποσώς σε νοιάζουν όλα αυτά, αφού δεν έχεις δικαίωμα ψήφου. Δε χάνεις και τίποτα, σου το λέω εγώ που το έχω εδώ και 8 χρόνια αυτό το δικαίωμα. Παρ’όλα αυτά, κλείνοντας αυτό το προεκλογικό κείμενο, αξίζει να ξέρεις αυτό: Λύκος που φοράει προβιά δεν είναι πρόβατο, αλλά λύκος, και πρέπει να είναι πολύ βλάκας κάποιος που ξεγελιέται από έναν λύκο που κάθε τέσσερα χρόνια ντύνεται πρόβατο για λίγες μέρες, και μετά πετάει την προβιά και αρχίζει να καταβροχθίζει πρόβατα.
(Υ.Γ.: Ξέχασα να σου το πω: Αύριο το βράδυ θα συμμετάσχω για πρώτη φορά σε δράση των Atenistas! Θα πάμε να φωταγωγήσουμε την Πλατεια Κοτζιά! Θα’ρθεις μαζί ή θα μείνεις κλεισμένο στο συρτάρι;)
(Υ.Γ.2: Τέσσερα «θα» σε τρεις προτάσεις στο προηγούμενο υστερόγραφο. Τελικά θα γινόμουν καλός πολιτικός.)