Αγαπητό ημερολόγιο,

ίσως να παρατήρησες μια μικρή αλλαγή στον τίτλο, σε σχέση με τις προηγούμενες καταχωρίσεις μου. Και ίσως να κατάλαβες και για ποιον λόγο έγινε αυτή η (μικρή, αλλά) σημαντική αλλαγή. Ίσως, πάλι, να έχεις πάρει από τον μπαμπά σου και να είσαι χαζό, οπότε θα πρέπει να σου εξηγήσω ότι το σερί που λέγαμε την προηγούμενη φορά, αυτό των 200 ημερών της ανεργίας, επιτέλους έσπασε και ως εκ τούτου ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΠΙΑ ΑΝΕΡΓΟΣ! Ναι, σωστά διάβασες! Περνάμε σε άλλα επίπεδα πλέον!

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή: Σου είχα πει ότι την περασμένη Παρασκευή, πριν μία εβδομάδα δηλαδή, είχα βγει σε ένα μπαρ στο κέντρο για ένα Twitter meeting, όπου γνώρισα πολλούς (και ενδιαφέροντες) συνtweeters μου. Αυτό που δε σου είχα πει, είναι ότι εκείνο το βράδυ, όσο ήμουν ακόμα στο μπαρ, έσκασε ένα μήνυμα-βόμβα στο inbox μου, από αυτά που αν δεν προλάβεις να τα διαβάσεις εγκαίρως, έρχεται η αντιτρομοκρατική και σε αρχίζει στις ανακρίσεις. Το μήνυμα αφορούσε μία ευκαιρία για δουλειά. Την επόμενη κιόλας μέρα (καίτοι Σάββατο – φαίνεται ότι τελικά είναι πολύ περισσότεροι απ’ό,τι νόμιζα αυτοί που ΔΕΝ θεωρούν το Σάββατο μέρα αναψυχής, αλλά μέρα εργασίας) πήρα τηλέφωνο. Και τη Δευτέρα το πρωί, δέχτηκα τηλέφωνο. Με ήθελαν για συνέντευξη. Κι έτσι, την Τρίτη πήγα για συνέντευξη. Βέβαια, πήγα σε κακά χάλια: Άρρωστος, αξύριστος (ακριβώς επειδή κρύωνα και δεν μπορούσα να ξυριστώ), ιδρωμένος (επειδή αναγκάστηκα να πάω με το λεωφορείο, λόγω απεργίας του μετρό), ακούρευτος (επειδή βαριέμαι θανατηφόρα τα κομμωτήρια), γενικά χάλια. Απ’ό,τι φαίνεται, όμως, τους ενδιέφερε περισσότερο ο πλούσιος εσωτερικός μου κόσμος, κι έτσι με προσέλαβαν. Επιτόπου. Μην ακούς τις συμβουλές που λένε ότι στις συνεντεύξεις πρέπει να πηγαίνεις ξυρισμένος, γυαλισμένος, υπέρλαμπρος και λοιπά. Δεν πιάνουν. Μία φορά έκανα το αντίθετο, και βρήκα δουλειά.

Δε θα σου πω τι δουλειά είναι αυτή, γιατί έχω υποσχεθεί εχεμύθεια, και η υπόσχεση αυτή καλύπτει και το προσωπικό μου ημερολόγιο – εξάλλου, έπαθα κι έμαθα. Θα σου πω, όμως, ότι δεν έχει σχέση με τη δημοσιογραφία, αλλά ανήκει σε έναν διαφορετικό κλάδο, και είναι κάτι που δεν έχω δοκιμάσει ξανά. Είναι μια ευχάριστη αλλαγή στη ζωή μου και στην καριέρα μου, και ελπίζω να αποδειχθώ πολύ γαμάτος σε αυτό και να παραμείνω στον κλάδο.

Α, και το καλύτερο δε σου το είπα ακόμα: Όχι απλά βρήκα δουλειά, αλλά βρήκα και δουλειά με μισθό! Ξέρεις, στις μέρες μας πρέπει να πανηγυρίζεις ακόμα και για τα αυτονόητα, γιατί αυτό που για σένα είναι αυτονόητη ανάγκη, για το μελλοντικό σου αφεντικό μπορεί να είναι περιττή πολυτέλεια.

Έχω αρχίσει, που λες, από την Τετάρτη σε αυτήν τη δουλειά. Δε θα σου πω ότι είναι εύκολη, γιατί δεν είναι καθόλου εύκολη. Είναι πολύ απαιτητική και χρειάζεται να είμαι συνέχεια συγκεντρωμένος σε αυτήν όσο δουλεύω. Βέβαια, δε θα σου πω και ότι είναι κουραστική, γιατί τότε θα ήμουν προσβλητικός απέναντι στους οικοδόμους, τους οδοκαθαριστές και όλους τους χειρώνακτες εν γένει, που λιώνουν το κορμί τους για να κάνουν τη δουλειά τους, την ίδια στιγμή που εγώ λιώνω σε μία καρέκλα, μπροστά από μία οθόνη υπολογιστή. Ε, δεν είναι και το ίδιο.

Πάντως είναι ακόμα οι πρώτες μέρες, αλλά με προβληματίζει λίγο η ρουτίνα. Το πρωινό ξύπνημα που με σκοτώνει, η ταλαιπωρία με τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς για να πάω μέχρι εκεί (όταν δεν απεργούν, φυσικά), οι 8 και βάλε ώρες μπροστά σε έναν υπολογιστή, μετά πάλι ταλαιπωρία με τα μέσα, ακόμα πιο ανυπόφορη αυτή τη φορά (γιατί έχεις και 8 ώρες δουλειάς από πίσω), η στιγμή που γυρίζεις στο σπίτι και συνειδητοποιείς ότι νυστάζεις περισσότερο απ’όσο πεινάς (και πεινάς ΠΑΡΑ πολύ), ο ύπνος με συνοπτικές διαδικασίες πριν από τις 12, το πρωινό ξύπνημα της επόμενης μέρας που σε σκοτώνει, και φτου κι απ’την αρχή. Βέβαια, δουλειά χωρίς ρουτίνα δεν είναι δουλειά, είναι χόμπι επί πληρωμή. Αλλά δεν είναι κι εύκολο για κάποιον που έχει 200τόσες μέρες να μπει σε μια ρουτίνα, να το κάνει μέσα σε δυο-τρεις μέρες. Υποθέτω πως σύντομα θα το συνηθίσω – λες και μπορώ να κάνω αλλιώς, δηλαδή.

Όπως καταλαβαίνεις, η θεματολογία των καταχωρίσεών μου μεταβάλλεται θεαματικά, τουλάχιστον μέχρι να καταφέρω να απολυθώ και πάλι: Αντί να σου γράφω πόσο βαριέμαι που δεν έχω δουλειά, θα σου λέω πόσο βαριέμαι στη δουλειά. Και αντί να σου γκρινιάζω που δεν έχω λεφτά επειδή είμαι άνεργος, θα σου γκρινιάζω που δεν έχω λεφτά επειδή τα χαλάω όλα σε εισιτήρια και τυρόπιτες. Ναι, το ημερολόγιο αυτό γυρίζει επιτέλους σελίδα – το πρόβλημα είναι ότι οι προηγούμενη είναι γραμμένη με τόσο έντονα γράμματα, που έχει αφήσει το στίγμα της και στις επόμενες.

Θα προσπαθήσω να καταπολεμήσω την κούραση και να σε ενημερώνω τακτικά για τα τεκταινόμενα στη ζωή μου, εντός και εκτός δουλειάς, αλλά δεν εγγυώμαι τίποτα. Μόνο τα Σαββατοκύριακα είναι σίγουρο πως θα προλαβαίνω να σου γράψω, που είναι πιο χαλαρά τα πράγματα. Και να που επιτέλους οι Παρασκευές θα αποκτήσουν ένα νόημα – αλλά, δυστυχώς, ακριβώς το ίδιο ισχύει και για τις Δευτέρες…

Καληνύχτα, και να θυμάσαι: Η ομορφιά είναι παντού, αρκεί να είσαι παρατηρητικός.