Αγαπητό ημερολόγιο,

τα τελευταία βράδια ξενυχτάω αρκετά, βλέποντας κυρίως τις επαναλήψεις της «Μηχανής του Χρόνου» στον Alpha, και βλέπω συχνά κάποιες διαφημίσεις κοινωνικού περιεχομένου, οι οποίες προβάλλονται από τα κανάλια μόνο τέτοιες μεταμεσονύχτιες ώρες. Τώρα που το ξαναδιαβάζω αυτό που έγραψα, καταλαβαίνω ότι είναι παρεξηγήσιμο. Όχι, δεν εννοώ τις «ροζ» διαφημίσεις τύπου «είμαι ένα ζουμερό μελαχρινό μωράκι» – κι αυτές «κοινωνικού περιεχομένου» είναι, αλλά δεν εννοώ αυτές. Εννοώ κάποιες διαφημίσεις για σωματεία υποστήριξης κακοποιημένων γυναικών, πρώην καταδίκων, ναρκομανών κ.α.. Μία από αυτές είναι για την δωρεά οργάνων. Δείχνει έναν γιατρό να ρωτάει τον ασθενή τι γνώμη έχει για τη δωρεά οργάνων, και αυτός απαντάει ότι ναι, είναι πολύ γενναιόδωρη και ανθρωπιστική πράξη και θαυμάζει όσους το κάνουν, αλλά ο ίδιος δεν θέλει με τίποτα να το κάνει. Και μετά ο γιατρός του λέει ότι θα χρειαστεί να του γίνει μεταμόσχευση. Και το motto είναι κάτι σαν «μην περιμένεις να σου συμβεί για να πιστέψεις». Τη βρίσκω πολύ έξυπνη διαφήμιση, και με έχει πείσει πως η δωρεά οργάνων είναι κάτι που θα έπρεπε να κάνω. Ταιριάζει με τα πιστεύω μου: Ο θάνατός μου μπορεί να βοηθήσει κάποιους άλλους ανθρώπους να παραμείνουν ζωντανοί. Ο θάνατός μου, η ζωή σου. Καθαρός αλτρουισμός. Κινητοποιήθηκα, μάλιστα, να μάθω πώς θα γίνω δωρητής οργάνων, και το βρήκα: Αρκεί μία δήλωση στο Κ.Ε.Π. της γειτονιάς. Θα πάω αυτήν την εβδομάδα να την κάνω. Νομίζω πως θα με βοηθήσει να νιώσω λίγο χρήσιμος στην κοινωνία, αυτή θα ήταν μια ευχάριστη αλλαγή στη ζωή μου.

Η διαφήμιση προφανώς στοχεύει στην ευαισθητοποίηση του κόσμου σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα, αλλά σε κάνει να σκέφτεσαι γενικά πόσα πράγματα στη ζωή τα θεωρείς ξένα, μακριά από σένα, μέχρι που τελικά σου συμβαίνουν. Θυμάσαι που βλέπαμε παλιά οικονομίες να καταρρέουν από τη μία μέρα στην άλλη σε ξένες χώρες, και ανθρώπους να μένουν ξαφνικά στον δρόμο, άφραγκοι, και λέγαμε «ευτυχώς, εδώ δε θα γίνουν ποτέ αυτά», γιατί νομίζαμε ότι αυτά συμβαίνουν μόνο σε τριτοκοσμικές χώρες, και εμείς δεν είμαστε τριτοκοσμικοί, αλλά «αναπτυσσόμενοι»; Ε, να που τώρα παθαίνουμε τα ίδια. Γιατί όταν δεν παίρνεις μαθήματα από όσα συμβαίνουν γύρω σου και συνεχίζεις να κάνεις τα ίδια λάθη, κινδυνεύεις να πάθεις κι εσύ τα ίδια. Συχνά το ξεχνάμε αυτό, και θεωρούμε κάποια πράγματα δεδομένα. Λάθος. Τίποτα δεν είναι δεδομένο, και καλό θα ήταν να το θυμόμαστε πάντα αυτό, σε όλους τους τομείς της ζωής μας, ώστε να μην πιανόμαστε στον ύπνο.

Τέλος πάντων, ας αλλάξω θέμα προτού πέσουμε και οι δύο σε κατάθλιψη. Σήμερα κατέβηκα στην Αθήνα για καφέ, και με την ευκαιρία πέρασα από το Παζάρι Βιβλίου στην Κλαυθμώνος. Δεν είχα ακούσει πουθενά να μιλάνε γι’αυτό, μέχρι που είδα τυχαία ένα θέμα σε ένα δελτίο ειδήσεων – ήταν η πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό που έμαθα κάτι από την τηλεόραση, πριν το μάθω από το Internet. Ξέρεις, πηγαίνω κάθε χρόνο στο Παζάρι. Η αλήθεια είναι πως με τα βιβλία ποτέ δεν είχα καλή σχέση, επειδή ποτέ δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ και να τα διαβάσω. Η συντριπτική πλειοψηφία των βιβλίων που έχω διαβάσει στη ζωή μου ήταν βιβλία κόμικς, που κυλάνε πιο εύκολα. Και γι’αυτό ακριβώς πηγαίνω στο Παζάρι: Επειδή πάντα βρίσκω 2-3 «διαμαντάκια» που πραγματικά αξίζουν μια θέση στη βιβλιοθήκη μου, και μάλιστα σε εξευτελιστικές τιμές.

Πέρσι είχα πάει την τελευταία μέρα πριν κλείσει, και δεν είχε μείνει τίποτα. Έτσι, φέτος αποφάσισα να πάω πιο νωρίς. Βέβαια, δεν είχα καμία όρεξη να πάω κυριακάτικα, ακριβώς επειδή ήξερα ότι θα είχε αφόρητα πολύ κόσμο, αλλά σκέφτηκα ότι θα συνδυαζόταν ωραία με εκείνο τον καφέ που είχα ήδη κανονίσει. Και πήγα.

Είχε τόσο κόσμο, που σε έκανε να αναρωτιέσαι «διαβάζουν όλοι αυτοί βιβλία; Και πού είναι κρυμμένοι όλο τον υπόλοιπο χρόνο;». Και οι περισσότεροι δεν πήγαιναν για βόλτα, αλλά για να αγοράσουν. Είδα ανθρώπους με καρότσια και καλάθια γεμάτα βιβλία όλων των ειδών: Παιδικά, ιστορικά, μαγειρικής, φιλοσοφίας, μυθιστορήματα, ό,τι μπορεί να διαβαστεί. Βέβαια, πρέπει να σου πω ότι υπήρχαν κάποια βιβλία (όχι και λίγα), για τα οποία θα έπρεπε να σε πληρώνουν για να τα αγοράσεις – κάτι εθνικιστικά, κάτι μυστικιστικά, κάτι περίεργα βιβλία από εκδοτικούς οίκους με ύποπτα ονόματα. Αλλά υποθέτω ότι μέσα στα χιλιάδες βιβλία είναι λογικό να υπάρχουν κι αυτά. Επιπλέον, δεν είδα και κανέναν να τα περιεργάζεται, και αυτό με χαροποίησε.

Στο τέλος, για να πληρώσω, περίμενα πάνω από 20 λεπτά στην ουρά. Ειλικρινά, ακόμα κι αν αντί για ταμεία είχαν εκεί μπροστά δεμένο τον Πάγκαλο και άφηναν τον κόσμο να του ρίχνει φάπες δωρεάν, τόση ουρά δε θα είχε. Αλλά χαλάλι, άξιζε τον κόπο.

Πρέπει να σου πω ότι φέτος έκανα ατομικό ρεκόρ σπατάλης σε Παζάρι Βιβλίου: Πλήρωσα 20 ευρώ, και αν η οικονομική μου κατάσταση μού το επέτρεπε, θα ξόδευα πολλά περισσότερα. Σου παρουσιάζω, λοιπόν,την προσωπική μου dream team από το φετινό παζάρι:

Έχουμε και λέμε:

Πάνω αριστερά, το άλμπουμ «Πυρ» του Κυρ (εκδόσεις Γρηγόρη, 1980), με πολιτικά κυρίως σκίτσα του Κυρ και το κόμικ «Πραξικόπημα στην Ιθάκη», μία πολιτική σάτιρα της Οδύσσειας (που φαίνεται πολύ έξυπνη). Μόλις 2 ευρώ. Νιώθω ότι τους έκλεψα.

Πάνω δεξιά, το κόμικ «Τα Πάντα γύρω από το Sex» των Larry Gonick και Christine Devault(εκδόσεις Περίπλους, 2004), που το είχα πάντα υπ’όψιν σαν πιθανή αγορά, αλλά πάντα έχανε στο νήμα από κάποιο άλλο κόμικ, όμως σήμερα δεν μπορούσα να το αγνοήσω, ειδικά από τη στιγμή που κόστιζε μόνο 6 ευρώ. Και δεν είναι ότι έχω να μάθω κάτι γύρω από το σεξ (όλοι οι άντρες τα ίδια δε λέμε;), αλλά φαίνεται πολύ πρωτότυπος ο τρόπος που το προσεγγίζουν οι συγγραφείς.

Κάτω αριστερά, η συλλογή «1980-1990, Η Δεκαετία της Αλητείας», του Gary Trudeau (εκδόσεις Ευρύαλος, 1990). Πρόκειται για μία ανθολογία κόμικς της σειράς Doonesberry, μέρη της οποίας έχω διαβάσει μόνο σε κάτι παλιές Βαβέλ, και αναρωτιόμουν πού θα τις έβρισκα. Και τις βρήκα στο Παζάρι, μόνο με 5 ευρώ. Πολιτικό κυρίως χιούμορ, που αναφέρεται στην πάντα ενδιαφέρουσα (ειδικά για όσους δεν τη ζήσαμε) δεκαετία του ’80. Είναι 200 σελίδες, και μεγάλες μάλιστα. Θα μου πάρει καιρό να το τελειώσω.

Κάτω και στη μέση, βλέπεις το «Οι Περιπέτειες του Viagraman», του Ufuk (εκδόσεις Οξύ, 2001). Δεν είχα ιδέα ότι υπάρχει κάτι τέτοιο, μου φάνηκε πολύ χοντροκομμένο το χιούμορ του, και επομένως το πήρα χωρίς δεύτερη σκέψη (3 ευρώ έκανε, σιγά την σπατάλη). Μέχρι τώρα, είναι το μόνο από τα πέντε που πρόλαβα να διαβάσω, 80 σελιδούλες είναι μόνο. Έχει την πλάκα του, αλλά δε θα το βάλω και σε περίοπτη θέση στη βιβλιοθήκη μου.

Και τέλος, κάτω δεξιά μπορείς να θαυμάσεις την «Ανθολογία του Μαύρου Χιούμορ», του Αντρέ Μπρετόν (εκδόσεις Αιγόκερως, 1996). Αυτό είναι το πιο σημαντικό από τα πέντε για τρεις λόγους. Πρώτον, είναι το πρώτο βιβλίο χωρίς εικόνες που αγοράζω τα τελευταία δύο χρόνια τουλάχιστον – ούτε που θυμάμαι ποιο ήταν το προηγούμενο. Είπαμε, έχω μια τρέλα με τα κόμικς. Δεύτερον, είναι 400 σελίδες, με κείμενα μεταξύ άλλων των Μποντλέρ, Νίτσε, Ρεμπό, Νταλί και πολλών άλλων, και κόστιζε ΜΟΝΟ 4 ευρώ – είχε μακράν το καλύτερο value for money. Και τρίτον, έχω μια ιδιαίτερη συμπάθεια στον Μπρετόν, επειδή ήταν, μαζί με τον Τριστάν Τζαρά, τα κεντρικά πρόσωπα του τελευταίου μαθήματος που μου είχε μείνει για να τελειώσω τη σχολή, το οποίο ουσιαστικά ήταν το μοναδικό μάθημα για το οποίο πραγματικά έστρωσα τον κώλο μου και διάβασα, και έμαθα τα πάντα για τον σουρεαλισμό και το νταντά. Και τα αγάπησα, ειδικά τον σουρεαλισμό. Α, και φυσικά, όπως θα έχεις ήδη καταλάβει, έχω μία ιδιαίτερη συμπάθεια στο μαύρο χιούμορ, οπότε αυτό το βιβλίο αποκλείεται να με απογοητεύσει.

Και τώρα θα σε αφήσω – όπως καταλαβαίνεις, έχω πολύ διάβασμα. Κανονικά, πρέπει να κλειδωθώ στο δωμάτιό μου για μία ολόκληρη εβδομάδα και να διαβάζω σερί. Αλλά μην ανησυχείς, θα κάνω ένα διάλειμμα για να σου γράψω.

Καληνύχτα, και να θυμάσαι: