teacher_blackboard.jpg

Μερικά γεγονότα μας σημαδεύουν για όλη μας τη ζωή. Εντάξει, αυτό το ξέρετε όλοι. Το παράξενο, όμως, είναι ότι πολλές φορές δεν καταλαβαίνεις πόσο σε επηρεάζουν εκείνη την ώρα και μόνο πολύ αργότερα φαίνονται οι συνέπειές τους.
Ναι, κι εσένα σου έχει συμβεί. Όταν έφαγες εκείνη τη χυλόπιτα, είπες ότι δεν πειράζει και συνέχισες τη ζωή σου, μέχρι που συνειδητοποίησες ότι δεν θα μπορέσεις να την ξεπεράσεις ποτέ. Κι όταν τσακώθηκες με τον καλύτερό σου φίλο, δεν φανταζόσουν πως θα έχανες και όλους τους υπόλοιπους.
Σήμερα θυμήθηκα, με τη συνήθη μέθοδο των συνειρμών, που μπορούν να με οδηγήσουν σε χρόνο dt από τις τρίχες στη μασχάλη στο λιώσιμο τον πάγων, ένα περιστατικό που δεν είχα συνειδητοποιήσει πόσο με έχει επηρεάσει, μέχρι σήμερα.
Ήταν στην Α` Γυμνασίου. Η πρώτη φορά που θα γράφαμε Έκθεση με την καινούργια καθηγήτρια. Το θέμα; «Μία μέρα στο σχολείο». Πρωτότυποοοοοοο!
Πρέπει να τονίσω πως μέχρι τότε στις εκθέσεις μου ήμουν τύπος και υπογραμμός: Χρησιμοποιούσα καλό λεξιλόγιο και έγραφα όπως μου ζητούσαν, δηλαδή χωρίς περιθώρια αυτοσχεδιασμού. Και πάντα είχα καλούς βαθμούς.
Αλλά εκείνη τη μέρα μου ήρθε μια ιδέα: Να κάνω για πρώτη φορά μια πρωτοτυπία, να γράψω όπως πραγματικά ήθελα να γράψω. Να χρησιμοποιήσω και λίγο χιούμορ, που ήταν ρητώς απαγορευμένο από όλους τους δασκάλους (τι καταπίεση!), να κάνω επιτέλους κάτι που να μου ταιριάζει περισσότερο.
Και το έκανα. Έγραψα για το βάσανο του πρωινού ξυπνήματος, για την βαρεμάρα μου στην Ιστορία και για την απέχθειά μου για τη Γεωμετρία. Έγραψα ό,τι ένιωθα και βγήκα από την αίθουσα πιστεύοντας ότι είχα γράψει ένα αριστούργημα.
Μία εβδομάδα μετά, η καθηγήτρια μας έφερε τα γραπτά μας διορθωμένα. Διάβασε ένα από αυτά, σαν παράδειγμα προς μίμηση. Θα μπορούσε να είναι το δικό μου κείμενο, αν δεν είχα αποφασίσει να κάνω την επανάστασή μου. Μετά, διάβασε ένα άλλο, σαν παράδειγμα προς αποφυγή. Προς μεγάλη μου έκπληξη, ήταν το δικό μου…
Την έβλεπα να σχολιάζει με στόμφο τα αστεία μου, να χλευάζει κάθε λέξη μου και να προκαλεί γέλια σε όλους τους συμμαθητές μου. Τουλάχιστον είχε τη διακριτικότητα να μην αποκαλύψει ποιος είχε γράψει αυτό το «έκτρωμα», έτσι νομίζω το είχε πει.
Όταν μας μοίρασε τα γραπτά μας, το ξαναδιάβασα. Όσο μπορούσα, δηλαδή, γιατί ήταν κατακόκκινο από τις παρατηρήσεις της. Και πάλι, εμένα μου φάνηκε καλό. Γέλασα. Αλλά προφανώς δεν ήταν αρκετά καλό για ένα εκπαιδευτικό σύστημα που θέλει να βγάλει στυγνούς επαγγελματίες, που θα κάνουν ό,τι τους λένε χωρίς να αντιδρούν, στρατιωτάκια αμίλητα, ακίνητα και, το χειρότερο, αγέλαστα.
Τότε έμαθα πώς λειτουργεί το σύστημα και αναγκάστηκα να συμβιβαστώ με αυτό. Όμως, μόλις απελευθερώθηκα από αυτό το έφτυσα κατάμουτρα και τράβηξα το δικό μου δρόμο. Σαν από αντίδραση σε ένα καταπιεστικό καθεστώς, έκανα τη μικρή μου επανάσταση.
Και έπρεπε να περάσουν χρόνια για να καταλάβω κάτι, κάτι που όφειλε να μου πει εκείνη η καθηγήτρια, αλλά μάλλον το βρήκε περιττό: Ότι το κείμενό μου δεν ήταν για πέταμα. Απλώς, δεν ήταν κατάλληλο για σχολική έκθεση. Ναι, κόβω το κεφάλι μου ότι εκείνη τη μέρα έκατσε στο δερμάτινο καναπέ της, διάβασε το αντισυμβατικό μου παραλήρημα και γέλασε. Και μετά, συνειδητοποιώντας ότι έπρεπε να διορθώσει και να αξιολογήσει μία σχολική έκθεση και όχι ένα χρονογράφημα για κάποια επαρχιακή εφημερίδα, το έβαψε κόκκινο.
Ίσως αν διάβαζε τα σημερινά μου κείμενα να γέλαγε πάλι. Αλλά αυτή τη φορά δεν θα μπορούσε να με διορθώσει. Κρίμα που ποτέ δε θα μάθει ότι εξαιτίας της παραλίγο να αρχίσω να γράφω σαν τον Παπανούτσο. Ίσως κάποιος θα έπρεπε να της το πει…